2 λεπτά και 15 δευτερόλεπτα μιλιταριστικού “κατηγορώ”
Στις 15 Οκτώβρη 2015 ο ολικός αρνητής στράτευσης Ιάσονας Κ. δικάστηκε από το στρατοδικείο Ιωαννίνων για το πλημμέλημα της ανυποταξίας σε ειρηνική περίοδο. Ο σύντροφος είχε ήδη από την προανάκριση δηλώσει πως η παρουσία του στη δίκη θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη, ακολουθώντας τη συνεπή στάση που ξεκίνησε από τη μέρα δημοσιοποίησης του κειμένου της άρνησης στράτευσης.
Η δίκη ξεκίνησε στις 10:15 και δε χαρακτηρίστηκε από εντάσεις. Στη συγκέντρωση έξω από το στρατοδικείο μοιράστηκαν κέιμενα του Ξυπόλυτου Ταγματος και της Α.Σ.Μ.Π.Α. Κατέθεσαν 2 μάρτυρες υπεράσπισης, ενώ η πλευρά του Ιάσονα κατέθεσε 2 ενστάσεις αναρμοδιότητας. Η πρώτη αφορούσε στο χαρακτηρισμό της “ανυποταξίας” του Ιάσονα ως πολιτικό έγκλημα, με την έννοια πως η άρνηση στράτευσης βλάπτει το πολιτικό έννομο αγαθό της ασφάλειας της χώρας και πως τα κίνητρα του κατηγορουμένου εκφράζουν τη βούληση και το σχέδιο του κινήματος των αρνητών για ανατροπές στην ισχύουσα τάξη. Επικουρικά, ο κατηγορούμενος ουδέποτε υπήρξε στρατιώτης και για αυτό δε μπορεί να δικαστεί από στρατοδικεία. Ως εκ τούτου οφείλει να κριθεί από μεικτό ορκωτό δικαστήριο. Η δεύτερη ένσταση αφορούσε στο γεγονός πως ο κατηγορούμενος, εξαιτίας του διοικητικού προστίμου των 6.000 ευρώ, θα πρέπει να θεωρηθεί πως έχει ήδη “τιμωρηθεί” για το αδίκημα του και πως οποιαδήποτε επιπλέον καταδίκη -ποινική αυτή τη φορά- θα παραβίαζε την αρχή της μη πολλαπλής καταδιώξης (ne bis in idem). Και οι 2 ενστάσεις απορρίφθηκαν παμψηφεί.
Ο πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης, σύντροφος από τη Σ.ΚΥ.Α., επέμεινε στον ουσιαστικό ρόλο της υπεράσπισης, ισχυριζόμενος ότι το κίνημα αναλαμβάνει συλλογικά την ευθύνη μιας -κατά τα φαινόμενα- ατομικής πράξης. Εξέθεσε την πολιτική διαδρομή του Ιάσονα στους αγώνες τα τελευταία 10 χρόνια (φοιτητικά ’06-’07, εξέγερση ’08, εργατικοί αγώνες/σωματεία βάσης από το ’10, συμμετοχή σε αντιφασιστικούς/αντιρατσιστικούς αγώνες και δομές ταξικής αλληλοβοήθειας στη γειτονιά όπου κατοικεί, αγώνες για τα δικαιώματα των κρατουμένων), καταλήγωντας πως η ατομική αξιοπρέπεια, η πολιτική συγκρότηση και το πάθος του τον καθιστούν ασύμβατο με το στρατό. Ο δεύτερος μάρτυρας, σύντροφος από το Ξυπόλυτο Τάγμα, αποδόμησε πτυχές του μιλιταρισμού και αμφισβήτησε τους μύθους που ο στρατός φτιάχνει για τον εαυτό του (στρατός φύλακας των συνόρων, στρατός αμυντικός, στρατός μόνο κατά του εξωτερικού εχθρού κλπ), θεωρώντας πως η δημόσια αμφισβήτηση από τη μεριά των αρνητών είναι αυτή που τους βάζει στο στόχαστρο. Αναφερόμενος στην πειθαρχία, την τυφλή υποταγή, την αναπαραγωγή ρόλων, τον εγκλεισμό και τους τραμπουκισμούς/καψώνια, χαρακτήρισε το στρατό ως το τέλειο εργοστάσιο παραγωγής ψυχασθενών, υπογραμμίζοντας πως οι αυτοκτονίες των φαντάρων -εν τέλει- αποτελούν δολοφονίες των στρατοκρατών, για τις οποίες ποτέ δε λογοδοτούν. Υπήρξε απόλυτη κάλυψη στην επιλογή του συντρόφου να αρνηθεί το στρατό, δηλώνοντας δημόσια πως και ο ίδιος ο μάρτυρας είναι αρνητής από το 2011, ενώ τονίστηκε πως η δίωξη προς τον Ιάσονα είναι δίωξη προς όλο το κίνημα και επικαλέστηκε το άρθρο 202, παρ.2 του ΠΚ όπου ρητά αναφέρεται σε όλους εμάς που προβαίνουμε σε αντιμιλιταριστική προπαγάνδα: “Όποιος με οποιοδήποτε τρόπο και με πρόθεση προκαλεί ή διεγείρει πρόσωπο που έχει υποχρέωση να στρατευθεί να μην υπακούσει στην πρόσκληση όταν το καλέσουν στο στρατό τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι τριών ετών”. Από εκεί προκύπτει το μένος των στρατοκρατών ενάντια στους αρνητές, ακόμα κι αν πρόκεται για “ένα απλό πλημμέλημα”. Σε μια αποστροφή του λόγου ο μάρτυρας ανέφερε: “αν ήμαστε λιμενικοί που δολοφονούσαμε μετανάστες θα πέφταμε στα μαλακά, ενώ ως πολιτικοί αντίπαλοι πέφτουμε στην πυρά”. Έκλεισε διαβεβαιώνοντας πως η στάση μας δεν πρόκειται να αλλάξει όσες φορές κι αν κληθούμε, όσε φορές κι αν καταδικαστούμε.
Στην “απολογία” του ο Ιάσονας εξέθεσε την εξελικτική του επαφή με τον αντιμιλιταρισμό αφότου εντάχθηκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο, αναφέροντας του παλαιούς αρνητές (ακόμα και σε καθεστώτα ή εποχές δυσκολότερες από τις δικές μας) ως πηγή έμπνευσης. Παραδέχτηκε πως γνώριζε τόσο την υποχρέωση του για στράτευση, όσο και τη δυνατότητα της εναλλακτικής θητείας. Η επιλογή της ολικής άρνησης στράτευσης είναι μια συνειδητή αντίθεση προς εκπλήρωση των 3 ρόλων που ο στρατός επιφυλάσει: ως άντρας, ως έλληνας, ως πολίτης. Ασκήθηκε κριτική προς του 3 ρόλους και αποσαφηνίστηκαν τα κίνητρα του, “το να φορέσω εθνόσημο είναι ενάντια στην αξιοπρέπεια μου”, ειπώθηκε χαρακτηριστικά. Ο πρόεδρος αποδείχτηκε αρκετά διαβασμένος απευθύνοντας 4 ερωτήσεις στον Ιάσονα. Στην ερώτηση περί εναλλακτικής θητείας, εξηγήθηκε πως η εναλλακτική δεν επιλέχτηκε από τον ίδιο, διότι δε μπορεί να δημιουργήσει την πολιτική και κοινωνική δυναμική για την κατάργηση της θητείας και την εναντίωση στο μιλιταρισμό στο σύνολο του. Στην υπενθύμιση πως πέραν της στρατιωτικής θητείας υπάρχουν και άλλες συνταγματικές υποχρεώσεις όπως η φορολόγηση ή η υποχρεωτική εκπαίδευση, ο σύντροφος παραδέχτηκε τις αντιφάσεις εντός των οποίων ζει ένας αρνητής εντός του καπιταλιστικού συστήματος και εξήγησε πως κάποιες από αυτές είναι πιο ανώδυνες ή λιγότερο αξιακές και κάποιες άλλες “δε σου επιτρέπουν να κοιμάσαι με τη συνείδηση σου ήσυχη”. Σε μια προσπάθεια του προέδρου να ανατραπεί ο διάχυτος αντισεξισμός που χαρακτήριζε την “απολογία” του Ιάσονα, παρατέθηκε ως παράδειγμα ισότητας στο σύγχρονο ελληνικό στρατό η παρουσία “γυναικών που διοικούν ολόκληρα τάγματα ανδρών”. Η απάντηση ήρθε και πάλι να βάλει τα πράγματα στη θέση τους -ο Ιάσονας χαρακτήρισε σόφισμα το συλλογισμό του προέδρου-, καθώς κάποιες συμβολικές θέσεις στο στράτευμα δεν μπορούν να ανατρέψουν τη δομική μισογύνικη στάση του στρατού, ο οποίος έχει ως αποστολή να σκοτώνει τους άντρες του εχθρού και να βιάζει τις γυναίκες (αναφέρθηκαν τα ανδραγαθήματα του ελληνικού στρατού στη Μ.Ασία και το εμβληματικό παράδειγμα τη σφαγής της Σρεμπρένιτσα). Με την τελευταία ερώτηση/παρατήρηση -βγαλμένη, λες, από εγχειρίδιο κριτικής αριστερής οργάνωσης- ο πρόεδρος ζήτησε τη γνώμη του “κατηγορουμένου” για το ιστορικό προηγούμενο που έχει δημιουργήσει η άρνηση της θητείας και οδήγησε στην ανάδυση του επαγελματικού στρατού κι όχι στη δημιουργία πολιτοφυλακών. Έγινε κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο πως η η φύση της ολικής άρνησης στράτευσης δεν μας περιορίζει σε έναν αγώνα αποκλειστικά κατά της θητείας, αλλά για εμάς σημασία έχει ο μηχανισμός του στρατού, ο ρόλος του μιλιταρισμού στη λειτουργία του κράτους και της αγοράς. Δεδομένη, λοιπόν, η εναντίωση μας προς κάθε στρατό, στα πλαίσια των αγώνων μας για έναν καλύτερο κόσμο.
Αντίθετα με τον πρόεδρο, ο επιφορτισμένος από το κράτος να ασκήσει τα καθήκοντα του δημόσιου κατήγορου στρατιωτικός εισαγγελέας, αφιέρωσε για να αντικρούσει τα επιχειρήματα που επί σχεδόν 2 ώρες παρέθεσαν οι μάρτυρες και ο Ιάσονας, τον εκπληκτικό χρόνο των 2 λεπτών και 15 δευτερολέπτων. Τόσο χρειάστηκε για να αγορεύσει και να προτείνει την ενοχή του “κατηγορουμένου”.
Ο Ιάσονας καταδικάστηκε σε έξι μήνες ποινή φυλάκισης, αναστελόμενη για 2 έτη, εφέσιμη και μετατρεπόμενη (σε περίπτωση άρσης της αναστολής) προς 10 ευρώ ημερησίως. Άσκησε έφεση και αφέθηκε ελεύθερος, περιμένοντας να πετάξει στον κάλαθο των αχρήστων και το επόμενο σημείωμα κατάταξης που θα του επιδοθεί.